Μέσα σε δέκα μέρες είδαμε δυο μουσικές παραστάσεις απεθυνόμενες κατά μείζονα λόγο στο παιδικό κοινό: το Lion King στο Λονδίνο και τους Καρμενσίτας στην Λυρική, στην Αθήνα.
Το Lion King ανέβηκε στο Lyceum Theater του Λονδίνου το 1999 και παίζεται συνεχώς από τοτε, για 16 συνεχόμενα χρόνια. Οι Καρμενσίτας ανέβηκαν φέτος τα χριστούγεννα στην Λυρικη, για 30 περιπου παραστάσεις.
Το Lion King, στην αγγλική γλώσσα, απευθύνεται στο κοινό όλου του κόσμου, που επισκέπτεται το Λονδίνο (και) για να δει κορυφαία musicals. Οι ελληνόγλωσσοι Καρμενσίτας απευθύνονται στο κοινό της Αθήνας κατά κύριο λόγο, άντε και στους χριστουγεννιάτικους επισκέπτες της πόλης από την επαρχία.
Το Lion King παίζεται σε ένα ιστορικό θεάτρο, που δεχθηκε επένδυση 15 εκατ. λιρών πριν το φιλοξενήσει και στο οποίο όλα είναι κομμένα και ραμμένα για τις ανάγκες της παράστασης. Οι Καρμενσίτας παίζονται στην γνωστή αίθουσα Ολύμπια, στην οποία οποιοσδήποτε θεατής με ύψος πάνω από 1.80 υποφέρει μετά την πρώτη ώρα, λόγω του πολύ περιορισμένου χώρου για τα πόδια.
Το Lion King, με ώρα εναρξης 2.30 μμ, ξεκίνησε στις 2.33 μμ. Οι Καρμενσίτας, με ώρα έναρξης 11.00 πμ ξεκίνησαν στις 11.25 πμ. – και αυτό μετά την έντονη δυσφορία του κοινού.
Το Lion King τελείωσε μετά από δυόμιση ώρες και πιστέψτε με, όλοι θα το ξαναβλέπαμε στο καπάκι, με χαρά. Οι Καρμενσίτας διήρκησαν μία ώρα, και ήδη από το πρώτο τέταρτο το πεντάχρονο δίπλα μου έλεγε στην μαμά του “βαρέθηκα”…
Το Lion King, ήταν με μια λέξη αυτό που περιμένει κάποιος: Τέλειο. Σε ολα. Οι Καρμενσίτας, ήταν μια παράσταση με ωραία μουσική, αξιοπρεπή ορχήστρα, πολύχρωμα σκηνικά και αστεία κουστούμια (στα όρια του γελοίου), μέτριους χορευτές και τραγουδιστές (τουλάχιστο στην διανομή που είδαμε), αδιάφορο έως κακό λιμπρέτο και σκηνοθεσία που, στην καλή περίπτωση, θα την έλεγα “παρωδία όπερας”.
Φαντάζομαι, μετά από όλα όσα έγραψα, πολλοί θα λέτε μέσα σας: “καλά, είναι σοβαρός αυτός τώρα; συγκρίνει το Λονδίνο με την Αθήνα, το West End με την Λυρική;”
Αυτό αγαπητοί μου φίλοι, αν το λέτε, είναι η ρίζα όλων των προβλημάτων μας.
Φυσικά και τα συγκρίνω. Φυσικά και πρέπει όλοι να τα συγκρίνουμε. Φυσικά και απαιτώ το καλύτερο απο οποιονδήποτε, στον τομέα που επιλέγει να δραστηριοποιηθεί και με τα μέσα που μπορεί να διαθέσει. Φυσικά και δεν θα ανέχθώ μια μέτρια παιδική παράσταση από τον κορυφαίο, κατά τεκμήριο, οργανισμό σοβαρής μουσικής της χώρας. Εαν δεν μπορούν να την παράξουν, ο διευθυντής και οι υπεύθυνοι να παραιτηθούν. Ή, εάν δεν τους ενδιαφέρει να δημιουργήσουν κάτι εξαιρετικό για το παιδικό κοινό και απευθύνονται σε αυτό μόνο για εμπορικούς λόγους, να μας το πουν.
Εχω κουραστεί πραγματικά στην χώρα μας από την έλλειψη σεβασμού προς τα παιδιά και από την διαρκή υποτίμηση των αναγκών και της νοημοσύνης τους. Προσφέρονται κάθε μέρα εκατοντάδες υπηρεσίες για παιδιά στην πόλη, κάθε είδους. Οι περισσότερες κινούνται απλά στα όρια του αποδεκτού. Λίγες είναι πολύ κακές και ελάχιστες εξέχουν – έως καμία.
Και όμως. Εαν κάποιος δικαιούται το καλύτερο, είναι τα παιδιά. Είναι η ελπίδα της κοινωνίας, πληρώνουμε από το υστέρημα μας για να τους προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή παιδεία, ακουμπάμε πάνω τους να διορθώσουν τα δικά μας λάθη. Είναι ακόμη-ακόμη οι καταναλωτές του μέλλοντος.
Εμείς, στην Dorothy Snot, λέμε πως για να είμαστε καλο σχολείο για την Ελλάδα, πρέπει να είμαστε καλό σχολείο και για την Αγγλία, την Αμερική, την Φινλανδία, για παντού. Και προσπαθούμε να το κάνουμε αυτό πρώτα για εμάς τους ίδιους, για την ικανοποίηση του ατομικού μας εγωισμού. Και κατά δεύτερον, φυσικά, γιατί πιστεύουμε ότι τα παιδιά αυτό δικαιούνται και αυτό αξίζουν.
Θα ήθελα κάποια στιγμή λοιπόν, σύσσωμη η ελληνική κοινωνία να απαιτήσει το ίδιο, από κάθε φορέα παροχής υπηρεσιών και παραγωγής προϊόντων. Στο δημόσιο και στον ιδιωτικό χώρο. Να σταματήσουμε τις συνεχείς εκπτώσεις.
Να βάλουμε επιτέλους στην άκρη την λογική που έχει κυριαρχήσει παντού τα τελευταία χρόνια: “εντάξει μωρέ, για τα ελληνικά δεδομένα καλό είναι…”.
Οχι, δεν είναι καλό. Αλλά θα δουλέψουμε σκληρά, μέχρι να το κάνουμε τέλειο…
Ι.Κ. Γιαννούδης